Από την στιγμή που συνέλαβα τον εαυτό μου να αξιολογεί τις έννοιες που τον περιτριγυρίζουν, μου καρφώθηκε σθεναρά η ιδέα στο κεφάλι, πως υπάρχουν δύο μικρές λεξούλες που έχουν το «διάολο» μέσα τους. Είναι τούτο που έχουμε ακούσει όλοι και το ξέρουμε, χωρίς να το ξέρουμε: «για πάντα».
Το έχουμε ακούσει με χίλιους τρόπους, σε μύριες, κατ’ ελάχιστον φορές. Αν δε, αναλογιστούμε το πώς το έχουμε δει γραμμένο, τότε χάνεται κάθε έλεγχος ποσότητας:
Με τελεία, σε στιβαρό και κατηγορηματικό λόγο, που αποδίδει αδιαπραγμάτευτα την σοβαρότητα του πράγματος.
Με θαυμαστικό, όπου προσδίδεται μια συναισθηματική νότα, από αυτόν που το ξεστομίζει, στα δύσμοιρα αυτιά που το ακούν. Θαυμασμός της στιγμής για την έκφραση του όλου, της διάρκειας και του χρόνου.
Με ερωτηματικό. Εδώ πρόκειται για την έκφραση της απόλυτης ανασφάλειας του ερωτώντος. Είναι ότι πιο σφαγερό μπορεί να φτιάξει το κεφάλι του ανθρώπου για να κόψει σε κομμάτια το πλήρες.
Με κόμμα. Πρόκειται για την περίπτωση που το «για πάντα» γίνεται μικρά κομματάκια, χωρίς να ενοχλεί αυτόν που το ζει με την ψευδαίσθηση πως είναι ακέραιο.
Μα θα μου πει κάποιος: «Ρε μάστορα, τι έχεις και τρώγεσαι με τις λέξεις;»
Δίκαιο θα έχει ο άνθρωπος και να με ρωτήσει , και να με βρίσει που του χαλάω την σταθερότητα της ασφάλειας. Αλλά τι φταίω εγώ που ο διάολος που κρύβεται στις δύο αυτές λεξούλες, ξεχνιέται πότε πότε, και βγαίνει έξω για να κάνει την βόλτα του, στους δρόμους του μυαλού. Απαντώ λοιπόν στον εν δυνάμει ερωτήσαντα:
«Αν έχεις κότσια μάγκα να τα βάλεις με το «διάολο» και άσε με ΄μενα ήσυχο! Εγώ την τρέλα μου την έχω και θα πάρει και πιστοποίηση, όποτε το αποφασίσω. Αν δεν γουστάρεις κάν’ την…».
Το «για πάντα», αποτελεί την βαθιά διάθεση του ανθρώπου να παραμείνει σε κάτι όσο το δυνατόν περισσότερο. Με δεδομένο πως ο άνθρωπος θέλει πάντα το καλό και αγαθό, η παραμονή στο «για πάντα», λαμβάνει το νόημα μιας ευχάριστης κατάστασης που φέρνει ηδονή στην ύπαρξη. Το ερώτημα που αναφύεται , είναι πόσο ηδονή μπορεί να αποτελεί μια στατικότατα, σε μια ευχαρίστηση που αντικατοπτρίζεται στο παρόν, με την προοπτική της αιωνιότητας.
Η ηδονή διαφέρει από την Ηδονή. Η πρώτη αφορά τον άνθρωπο στο τώρα. Η δεύτερη αφορά τον άνθρωπο στην ολοκλήρωση του. Η πρώτη δεν θέλει προσπάθεια, δεν θέλει σχεδιασμό, δεν θέλει κόπο, δεν θέλει προοπτική. Η δεύτερη για να υπάρξει θέλει μόχθο. Συχνά στο ανθρώπινο μυαλό αυτή η διάκριση δεν υπάρχει. Αντίθετα, πολλές φορές δεν είναι διακριτή, ούτε καν η κατάσταση που αντιπροσωπεύει το περιεχόμενο της κάθε έννοιας. Το αποτέλεσμα είναι η ανθρώπινη ύπαρξη, να αντιμετωπίζει την παροντική ηδονή ως το εξασφαλισμένο αγαθό, που θα συνοδεύει τις επιλογές της στο διαρκές. Επειδή όμως έρχεται το πλήρωμα του χρόνου η ηδονή ολοκληρώνεται και αρχίζει και φθίνει, με μια σταδιακή απογύμνωση, που φτάνει στα όρια της κατάρρευσης με παταγώδη ήχο. Προς αυτή την κατάσταση η ανθρώπινη διάθεση, αντιστέκεται σθεναρά μέχρι να βρει το επόμενο «για πάντα» ώστε να ξεγελαστεί και να βιώσει το όλον του αγαθού, παροντικά και εξ’ αρχής.
Ο άνθρωπος, στο «για πάντα», κρύβεται. Δεν είναι κακώς αυτός ο τρόπος. Κακό είναι να μην ξέρει το λόγο που κρύβεται. Μπορεί να δικαιολογηθεί η αδυναμία και η ανάγκη για ασφάλεια. Δεν μπορεί όμως να δικαιολογηθεί μια κοντόφθαλμη λογική, που δεν προκαλεί την υπέρβαση μέσα από αυτή καθ’ αυτήν την ανάγκη για ασφάλεια. Ο άνθρωπος πάσχει και πασχίζει. Πάσχει γιατί δεν έχει την ευτυχία του και πασχίζει γιατί δεν ξέρει πώς να την βρει.
Η ευτυχία δεν κρύβεται στην παροντικότητα του «τώρα» και δεν συνοδεύει κανέναν με ασφάλεια στο «για πάντα». Η ευτυχία ανακαλύπτεται και παράλληλα δημιουργείται μέσα μας, όταν αποφασίσουμε να δούμε πως, οι συνθήκες δεν καθορίζουν τις επιλογές μας, αλλά αντίθετα οι επιλογές μας δημιουργούν τις συνθήκες. Ο καθένας βρίσκει ότι ψάχνει. Στην ύπαρξη του ανθρώπου αυτό το ψάξιμο είναι διαρκές, δεν είναι για πάντα. Το διαρκές μεταβάλλεται και εξελίσσεται παραγωγικά. Το «για πάντα» έχει διάρκεια, αλλά δεν έχει μεταβολή, δεν έχει εξέλιξη μέσα του. Το «για πάντα», είναι η σύνοψη της σκέψης «θέλω να ζω μόνο αυτό που ζω τώρα, χωρίς μεταβολή, γιατί νοιώθω ευχάριστα και μου αρκεί η στιγμή του «τώρα» χωρίς τροποποιήσεις». Αυτό το δεδομένο στην ανθρώπινη ύπαρξη είναι αδύνατο. Παντελώς αδύνατο. Δεν μπορεί η ανθρώπινη ύπαρξη να μεταβάλλεται και να αναζητά από τις συνθήκες να παραμένουν αδιατάρακτες. Είναι παράλογο.
Βλέπω τον πιτσιρικά και φωνάζει δυνατά: «Ρεεε φίλε! Κόψε τα ληγμένα σε χαλάνε!». Γελάω! Τι να πω; Στην πραγματικότητα έχει δίκιο το παιδί! Όχι γιατί τα ληγμένα μου έληξαν, αλλά γιατί αποφάσισα να μη τα παίρνω ......«για πάντα»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου