Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

Αναμονή



Στέκομαι στην ερημιά του κόσμου
μετρώντας και πάλι κύματα.
Αντικρίζοντας το πέρασμα του Ορίζοντα
στην ματιά που απομονώνει την διάθεση,
ανάμεσα σε ένα διπλό παιχνίδι,
ύπαρξης και ανυπαρξίας, σταθερότητας και κίνησης.
Και οι κόρες των ματιών πλατιάζουν,
για να καταπιούν ολάκαιρη την θάλασσα,
σε ένα ταξίδι που φεύγει και χάνεται
και γυρίζει και στέκεται
στο παντού και στο πουθενά.
Η πραγματικότητα να πνίγεται στο βυθό
και η προσδοκία να καρφώνεται στην στεριά.
Η ψυχή να μάχεται στην ολοκλήρωση,
στο κόκκινο του αίματος εντοπισμένη,
που αναζητά με μαρτύριο,
το γαλάζιο το καθαρό και απέραντο,
για να ξεφύγει από την μιζέρια των θανάτων.
Και δείχνει το είναι να ανησυχεί στην ουσία του,
μετρώντας το σάπιο της υγρασίας,
που ρυθμίζει το απόλυτο και το σχετικό
στην απόλυτη διάθεση της απαλλαγής
από την συνήθεια.
Η θάλασσα κατάλαβε.